του Γιώργου Κοντογιάννη.
Κάποτε
ένας υπουργός Άμυνας, από τους πιο σοβαρούς που έχουν περάσει από το
συγκεκριμένο υπουργείο μου είπε: «Σε αυτό το υπουργείο και καλά να είσαι
όταν έρχεσαι, στο τέλος κάτι παθαίνεις όταν βλέπεις όλους αυτούς τους
“αστεράτους” να σου βαράνε προσοχές».
Βέβαια
ο εν λόγω υπουργός, δεν «καβάλησε καλάμι» ποτέ, γιατί και μόνο η
επίγνωση της εξουσίας που είχε και η επιρροή που θα μπορούσε να επιφέρει
στην συμπεριφορά ενός ανθρώπου – γιατί και οι πολιτικοί άνθρωποι είναι-
τον κρατούσε προσγειωμένο γερά στη γη.
Η εξουσία λοιπόν, όταν μάλιστα έρχεται σε απόλυτο βαθμό, μπορεί να προκαλέσει πολιτικό παροξυσμό και αυταρχικές συμπεριφορές.
Φαίνεται
ότι αυτό έχει πάθει το ΣΥΡΙΖΑ. Η αρχική μέθη της εξουσίας, που σε λίγα
χρόνια από το 3% βρέθηκε στην κυβέρνηση, μετετράπη σε μια προσπάθεια
δημιουργίας καθεστώτος. Και όπως όλα τα καθεστώτα, εκείνο που επιχειρεί
να ελέγξει είναι οι λοιπές μορφές εξουσίας.
Την εκτελεστική την ελέγχει αφού είναι κυβέρνηση, έτσι κι αλλιώς.
Το
ίδιο συμβαίνει και με τη νομοθετική εξουσία, αφού οι βουλευτές των δύο
συνεργαζόμενων κομμάτων ως πειθήνια όργανα ψηφίζουν ό,τι και όσα
επιθυμεί ο αρχηγός. Και αν κανένας διαφωνεί όπως έκανε ο Γαβριήλ
Σακελαρίδης ή η κυρία Κατριβάνου, παραιτείται από την έδρα που κατέχει
όχι γιατί δεν επιθυμεί να συνεχίσει να είναι βουλευτής, αλλά γιατί δεν
μπορεί να αντέξει το βάρος να ρίξει την πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς.
Το
τρίτο σκέλος των εξουσιών μιας δημοκρατικής πολιτείας, την Δικαιοσύνη,
κάνει απεγνωσμένες προσπάθειες να την ελέγξει με όργανό του την πρόεδρο
του Αρείου Πάγου, την κυρία Θάνου, στην οποία έδωσε την εξουσία να
κρίνει μόνη της τον πρώτο βαθμό της Δικαιοσύνης, ώστε να ρίξει θεμέλια
και στον χώρο αυτό.
Τις
Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας επίσης επιχειρεί να τα
ελέγξει κάνοντας βουτιές στις επετηρίδες και προωθώντας ημετέρους ή
τουλάχιστον, συνεργάσιμους.
Και τι έμεινε προς έλεγχο;
Προς έλεγχο έμεινε μόνο η λεγόμενη «τετάρτη εξουσία», δηλαδή τα Μέσα Μαζικής ενημέρωσης.
Κάποτε
ένας τοπικός εκδότης, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης όλου του φάσματος των
ΜΜΕ, μου είπε: «Πρέπει να προσαρμοστείς και να καταλάβεις πως είδηση στο
νομό είναι μόνο ό,τι “παίζω” εγώ». Και είχε δίκιο. Γιατί όταν ελέγχεις
τα ΜΜΕ ελέγχεις την πληροφόρηση του λαού.
Μέχρι
σήμερα όσες κυβερνήσεις κι αν πέρασαν από την Ελλάδα (και αναφέρομαι σε
δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και όχι στη Χούντα) καμιά ποτέ δεν
αποπειράθηκε να κλείσει μέσο ενημέρωσης.
Η
κυβέρνηση Τσίπρα και σε αυτόν τον τομέα διατηρεί την πρωτιά. Για πρώτη
φορά κυβέρνηση κλείνει μέσα ενημέρωσης που δεν μπορεί να τα ελέγξει. Και
η αρχή έγινε από το Mega. Όχι ότι δεν έχουν ευθύνη οι ιδιοκτήτες του
καναλιού. Όμως εκ των πραγμάτων όταν έχεις επτά κανάλια σε λειτουργία
και δίνεις τέσσερις άδειες τρία από αυτά θα κλείσουν. Πόσο μάλλον όταν
μπαίνουν και νέοι «παίκτες» στην αγορά.
Η
κυβέρνηση της Αριστεράς, αποδεικνύεται κυβέρνηση του «φίμωτρου». Ό,τι
δεν μπορεί να ελέγξει το κλείνει ή προσπαθεί να το κλείσει. Και
παρουσιάζει το «φίμωτρο» ως νίκη επί της διαπλοκής. Σοβαρά; Νίκη επί της
διαπλοκής είναι η φίμωση μιας αντίθετης φωνής; Νίκη επί της διαπλοκής
είναι το να μείνουν χωρίς ψωμί 500 οικογένειες δημοσιογράφων και
τεχνικών; Γιατί το Mega δεν ήταν μόνο η Όλγα Τρέμη και ο Γιάννης
Πρετεντέρης που έμπαιναν στη μύτη της εξουσίας. Mega ήταν όλοι οι άμεσα
και οι έμμεσα εργαζόμενοι.
Αλλά
για να αντιληφθεί κανείς ότι η απόφαση για το κλείσιμο του
συγκεκριμένου καναλιού ήταν προδιαγεγραμμένη, αρκεί να θυμηθεί ότι το
κλείσιμό του το προανήγγειλε ο ίδιος ο πρωθυπουργός συνομιλώντας με
δημοσιογράφους κατά την επιστροφή του από την Κίνα. Κι αυτό πριν
ξεκινήσει ο διαγωνισμός. Αλλά και την Κυριακή, στους κήπους της
Προεδρίας της Δημοκρατίας ο επί των αδειών αρμόδιος υπουργός Επικρατείας
κ. Νίκος Παππάς είπε σε «πηγαδάκι» δημοσιογράφων ότι «το Mega αποτελεί
παρελθόν». Εξέδωσε δηλαδή απόφαση πριν συζητηθεί καν η ένσταση που έχει
καταθέσει η διοίκηση του συγκεκριμένου καναλιού.
Στη
θέση του Mega, θα έλθουν μοιραία και κάποια ακόμη κανάλια. Όσο κι αν
ξεχειλώσει η απόφαση περί τεσσάρων αδειών, δεν μπορεί να τους
ικανοποιήσει όλους. Και, όπως φαίνεται αυτός είναι ο στόχος. Αλλά για να
επιτύχει το στόχο του να φιμώσει την «τετάρτη εξουσία» χρησιμοποιεί την
πρώτη και την δεύτερη, εκτελεστική και νομοθετική.
Και αναρωτιέμαι: Όσο κομψά και αν το κάνει ο κ. Τσίπρας στο ίδιο αποτέλεσμα με τον κ. Ερντογάν δεν καταλήγει;